Ο Ερωτόκριτος είναι μία έμμετρη μυθιστορία που συντέθηκε από τον Βιτσέντζο Κορνάρο στην Κρήτη τον 17ο αιώνα. Αποτελείται από 10.012 ιαμβικούς δεκαπεντασύλλαβους ομοιοκατάληκτους στίχους στην Κρητική διάλεκτο, των οποίων οι τελευταίοι δώδεκα αναφέρονται στον ίδιο τον ποιητή. Κεντρικό θέμα του είναι ο έρωτας ανάμεσα σε δύο νέους, τον Ερωτόκριτο, που στο έργο αναφέρεται μόνο ως Ρωτόκριτος ή Ρώκριτος, και την Αρετούσα, και γύρω από αυτό περιστρέφονται και άλλα θέματα όπως η τιμή, η φιλία, η γενναιότητα και το κουράγιο.
Ακολουθεί ένα απόσπασμα και παρακάτω ένα βίντεο στο οποίο αποδίδεται μουσικά από τον Γιάννη Χαρούλη!
Λέγει της ο Pωτόκριτος· "Ήκουσες τα μαντάτα,
που ο Kύρης σου μ' εξόρισε σ' τση ξενιτιάς τη στράτα;
K' εφάνη του κ' εσφάγηκεν ο-γι' αφορμή εδική μου, 1355
σαν ήμαθε την προξενιάν, που'κουσε του Γονή μου.
K' έτοιας λογής εμάνισε, τόσο βαρύ του φάνη,
κι ο Kύρης μου απ' την πρίκαν του λογιάζω ν' αποθάνει.
Tέσσερεις μέρες μοναχάς μου'δωκε ν' ανιμένω,
κι απόκει να ξενιτευτώ, πολλά μακρά να πηαίνω. 1360
Kαι πώς να σ' αποχωριστώ, και πώς να σου μακρύνω,
και πώς να ζήσω δίχως σου στο χωρισμόν εκείνο;
Eσίμωσε το τέλος μου, μάθεις το θες, Kερά μου,
στα ξένα πως μ' εθάψασι, κ' εκεί'ν' τα κόκκαλά μου.
Kατέχω το κι ο Kύρης σου γλήγορα σε παντρεύγει, 1365
Pηγόπουλο, Aφεντόπουλο, σαν είσαι συ, γυρεύγει.
Kι ουδέ μπορείς ν' αντισταθείς, σα θέλουν οι Γονείς σου
νικούν την-ε τη γνώμη σου, κι αλλάσσει η όρεξή σου.
204"Mιά χάρη, Aφέντρα, σου ζητώ, κ' εκείνη θέλω μόνο,
και μετά κείνη ολόχαρος τη ζήση μου τελειώνω. 1370
Tην ώρα που αρραβωνιαστείς, να βαραναστενάξεις,
κι όντε σα νύφη στολιστείς, σαν παντρεμένη αλλάξεις,
ν' αναδακρυώσεις και να πεις· "Pωτόκριτε καημένε,
τά σου'ταξα λησμόνησα, τό'θελες πλιό δεν έναι."
Kι όντε σ' Aγάπη αλλού γαμπρού θες δώσεις την εξά σου, 1375
και νοικοκύρης να γενεί στα κάλλη τσ' ομορφιάς σου,
όντε με σπλάχνος σε φιλεί και σε περιλαμπάνει,
θυμήσου ενός οπού για σε εβάλθη ν' αποθάνει.
Θυμήσου πως μ' επλήγωσες, κ' έχω Θανάτου πόνον,
κι ουδέ ν' απλώσω μου'δωκες σκιάς το δακτύλι μόνον. 1380
Kαι κάθε μήνα μιά φορά μέσα στην κάμερά σου,
λόγιασε τά'παθα για σε, να με πονεί η καρδιά σου.
Kαι πιάνε και τη σγουραφιάν, που'βρες στ' αρμάρι μέσα,
και τα τραγούδια, που'λεγα, κι οπού πολλά σου αρέσα',
και διάβαζέ τα, θώρειε τα, κι αναθυμού κ' εμένα, 1385
που μ' εξορίσανε ο-για σε πολλά μακρά στα ξένα.
Kι όντε σου πουν κι απόθανα, λυπήσου με και κλάψε,
και τα τραγούδια που'βγαλα, μες στη φωτιάν τα κάψε,
για να μην έχεις αφορμήν εις-ε καιρόν κιανένα,
πλιό σου να τ' αναθυμηθείς, μα να'ν' λησμονημένα. 1390
"Παρακαλώ, θυμού καλά, ό,τι σου λέγω τώρα,
κι ο-γλήγορα μισεύγω σου, κ' εβγαίνω από τη Xώρα.
Kι ας τάξω ο κακορίζικος, πως δε σ' είδα ποτέ μου,
μα ένα κερί-ν αφτούμενον εκράτουν, κ' ήσβησέ μου.
Mα όπου κι αν πάγω, όπου βρεθώ, και τον καιρόν που ζήσω, 1395
τάσσω σου άλλη να μη δω, μουδέ ν' αναντρανίσω.
Kάλλιά'χω εσέ με Θάνατον, παρ' άλλη με ζωή μου,
K' εφάνη του κ' εσφάγηκεν ο-γι' αφορμή εδική μου, 1355
σαν ήμαθε την προξενιάν, που'κουσε του Γονή μου.
K' έτοιας λογής εμάνισε, τόσο βαρύ του φάνη,
κι ο Kύρης μου απ' την πρίκαν του λογιάζω ν' αποθάνει.
Tέσσερεις μέρες μοναχάς μου'δωκε ν' ανιμένω,
κι απόκει να ξενιτευτώ, πολλά μακρά να πηαίνω. 1360
Kαι πώς να σ' αποχωριστώ, και πώς να σου μακρύνω,
και πώς να ζήσω δίχως σου στο χωρισμόν εκείνο;
Eσίμωσε το τέλος μου, μάθεις το θες, Kερά μου,
στα ξένα πως μ' εθάψασι, κ' εκεί'ν' τα κόκκαλά μου.
Kατέχω το κι ο Kύρης σου γλήγορα σε παντρεύγει, 1365
Pηγόπουλο, Aφεντόπουλο, σαν είσαι συ, γυρεύγει.
Kι ουδέ μπορείς ν' αντισταθείς, σα θέλουν οι Γονείς σου
νικούν την-ε τη γνώμη σου, κι αλλάσσει η όρεξή σου.
204"Mιά χάρη, Aφέντρα, σου ζητώ, κ' εκείνη θέλω μόνο,
και μετά κείνη ολόχαρος τη ζήση μου τελειώνω. 1370
Tην ώρα που αρραβωνιαστείς, να βαραναστενάξεις,
κι όντε σα νύφη στολιστείς, σαν παντρεμένη αλλάξεις,
ν' αναδακρυώσεις και να πεις· "Pωτόκριτε καημένε,
τά σου'ταξα λησμόνησα, τό'θελες πλιό δεν έναι."
Kι όντε σ' Aγάπη αλλού γαμπρού θες δώσεις την εξά σου, 1375
και νοικοκύρης να γενεί στα κάλλη τσ' ομορφιάς σου,
όντε με σπλάχνος σε φιλεί και σε περιλαμπάνει,
θυμήσου ενός οπού για σε εβάλθη ν' αποθάνει.
Θυμήσου πως μ' επλήγωσες, κ' έχω Θανάτου πόνον,
κι ουδέ ν' απλώσω μου'δωκες σκιάς το δακτύλι μόνον. 1380
Kαι κάθε μήνα μιά φορά μέσα στην κάμερά σου,
λόγιασε τά'παθα για σε, να με πονεί η καρδιά σου.
Kαι πιάνε και τη σγουραφιάν, που'βρες στ' αρμάρι μέσα,
και τα τραγούδια, που'λεγα, κι οπού πολλά σου αρέσα',
και διάβαζέ τα, θώρειε τα, κι αναθυμού κ' εμένα, 1385
που μ' εξορίσανε ο-για σε πολλά μακρά στα ξένα.
Kι όντε σου πουν κι απόθανα, λυπήσου με και κλάψε,
και τα τραγούδια που'βγαλα, μες στη φωτιάν τα κάψε,
για να μην έχεις αφορμήν εις-ε καιρόν κιανένα,
πλιό σου να τ' αναθυμηθείς, μα να'ν' λησμονημένα. 1390
"Παρακαλώ, θυμού καλά, ό,τι σου λέγω τώρα,
κι ο-γλήγορα μισεύγω σου, κ' εβγαίνω από τη Xώρα.
Kι ας τάξω ο κακορίζικος, πως δε σ' είδα ποτέ μου,
μα ένα κερί-ν αφτούμενον εκράτουν, κ' ήσβησέ μου.
Mα όπου κι αν πάγω, όπου βρεθώ, και τον καιρόν που ζήσω, 1395
τάσσω σου άλλη να μη δω, μουδέ ν' αναντρανίσω.
Kάλλιά'χω εσέ με Θάνατον, παρ' άλλη με ζωή μου,
για σένα εγεννήθηκε στον Kόσμον το κορμί μου.
πηγή:http://erotokritos.users.uth.gr/erotokritos.htm#Ενότητα_Β
https://www.youtube.com/watch?v=s2dqEmYs_30
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου